Ναύτης στα ισλανδικά
Μετάφραση: ναύτης, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
dáti, sjómaður, Sailor, farmaður, Sjómaðurinn
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ναύτης
ναύτης εικόνα, ναύτης και καντηλαναφτης, ναύτης στα αρχαία, ναύτησ τησ κροστάνδησ, ναύτης βγήκε στη στεριά, ναύτης λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ναύτης στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ναυτιλία στα ισλανδικά - skipum, siglinga, Shipping, sendingarkostnaður, siglingar
- ναύαρχος στα ισλανδικά - aðmíráll, Admiral
- νεανικός στα ισλανδικά - unglegur, unglegri
- νεαρός στα ισλανδικά - bernska, ung, ungur, unga, ungt, ungi
Τυχαίες λέξεις
Ναύτης στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: dáti, sjómaður, Sailor, farmaður, Sjómaðurinn
Μεταφράσεις: dáti, sjómaður, Sailor, farmaður, Sjómaðurinn