Ναύτης στα ουκρανικά
Μετάφραση: ναύτης, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
матрос, дьоготь, моряк, смола, моряки, моряка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ναύτης
ναύτης εικόνα, ναύτης και καντηλαναφτης, ναύτης στα αρχαία, ναύτησ τησ κροστάνδησ, ναύτης βγήκε στη στεριά, ναύτης λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ναύτης στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ναυτιλία στα ουκρανικά - мореплавство, суду, наведення, навантаження, вантаження, судноплавство, навантажування, ...
- ναύαρχος στα ουκρανικά - адмірал, адмірала
- νεανικός στα ουκρανικά - молодь, юнацтво, молодість, юнацький, отрочний, юність, юнак, ...
- νεαρός στα ουκρανικά - безпосередньо, смачний, дитина, окуліровка, себе, молодий, молодої, ...
Τυχαίες λέξεις
Ναύτης στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: матрос, дьоготь, моряк, смола, моряки, моряка
Μεταφράσεις: матрос, дьоготь, моряк, смола, моряки, моряка