Παραλαμβάνω στα ισλανδικά
Μετάφραση: παραλαμβάνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fá, ég fæ, ég fá, ég móttek, sem ég fæ, til ég móttek
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παραλαμβάνω
παραλαμβάνω συνωνυμο, παραλαμβάνω λεξικο, παραλαμβάνω κλιση, παραλαμβάνω μετάφραση, παραλαμβάνω παρατατικος, παραλαμβάνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, παραλαμβάνω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- παραλίγο στα ισλανδικά - nær, næstum, nærri, nánast, tæplega
- παραλαβή στα ισλανδικά - afgreiðsla, afhending, kvittun, móttöku, viðtöku, móttaka, kvittunar
- παραλείπω στα ισλανδικά - sleppa, sleppt, að sleppa, fara, hoppa
- παραλιακός στα ισλανδικά - strand, strandsvæði, strandlengju, strandsiglingar, strandsvæða
Τυχαίες λέξεις
Παραλαμβάνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: fá, ég fæ, ég fá, ég móttek, sem ég fæ, til ég móttek
Μεταφράσεις: fá, ég fæ, ég fá, ég móttek, sem ég fæ, til ég móttek