Συμψηφισμός στα ισλανδικά

Μετάφραση: συμψηφισμός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
móti, vega upp á móti, jafna, offsetting, að jafna
Συμψηφισμός στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμψηφισμός

συμψηφισμός φπα με επιστροφή φόρου, συμψηφισμός χρεών με το δημόσιο, συμψηφισμός πελατη προμηθευτη 2014, συμψηφισμός αμοιβαίων ανταπαιτήσεων, συμψηφισμός φπα 2014, συμψηφισμός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συμψηφισμός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • συμφωνία στα ισλανδικά - samkomulag, sáttmál, sátt, samningur, Samningurinn, samningi, samkomulagi
  • συμφωνώ στα ισλανδικά - samþykkja, sammála, samþykkir, sammála um, eru sammála
  • συν στα ισλανδικά - plús, auk, ásamt, viðbættum, að viðbættum
  • συνάγω στα ισλανδικά - ráða, deduce, að deduce, álykta
Τυχαίες λέξεις
Συμψηφισμός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: móti, vega upp á móti, jafna, offsetting, að jafna