Τριποδίζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: τριποδίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stökk, Canter, stökki
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τριποδίζω
τριποδίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, τριποδίζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- τριπλασιάζω στα ισλανδικά - þrefaldur, þriggja manna, þrefalda, þrefalt, þreföldu
- τριπλός στα ισλανδικά - þrefaldast, þríþætt, þrefaldan, þrefaldur, þrenns konar
- τριτεγγύηση στα ισλανδικά - ábyrgðarmaður, ábyrgðaraðila, ábyrgðarmanni, ábyrgðarmanns, ábyrgðaraðili
- τριφύλλι στα ισλανδικά - smári, smára
Τυχαίες λέξεις
Τριποδίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: stökk, Canter, stökki
Μεταφράσεις: stökk, Canter, stökki