Μέμψη στα αγγλικά
Μετάφραση: μέμψη, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
censure, Semerkhet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μέμψη
μέμψη άστοργης δωρεάς, μέμψη άστοργης δωρεάς υποδειγμα, μέμψη λεξικό γλώσσας αγγλικά, μέμψη στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- μέλος στα αγγλικά - limb, member, State, a member, States, State shall
- μέμφομαι στα αγγλικά - reprehend, vituperate, animadvert, reproach, reprove
- μέντα στα αγγλικά - mint, peppermint, menthol, with mint
- μένω στα αγγλικά - stay, live, remain, keep, abide
Τυχαίες λέξεις
Μέμψη στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: censure, Semerkhet
Μεταφράσεις: censure, Semerkhet