Ψέγω στα ισλανδικά
Μετάφραση: ψέγω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
inveigh
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ψέγω
ψέγω συνώνυμα, λέγω κλιση, ψέγω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ψέγω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ψάρι στα ισλανδικά - fiska, fiskur, fisk, fiskurinn, fiski, fiskar
- ψάχνω στα ισλανδικά - leit, leita, leitina, leitar, Niðurstöður leitar
- ψέλνω στα ισλανδικά - kyrja, söngl, söngur, kyrjunin
- ψέμα στα ισλανδικά - lygi, liggja, ljúga, liggur, leggjast
Τυχαίες λέξεις
Ψέγω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: inveigh
Μεταφράσεις: inveigh