Άνοιξη στα ιταλικά

Μετάφραση: άνοιξη, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
saltare, elasticità, fonte, molla, slancio, primavera, sorgente, di primavera, della molla
Άνοιξη στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άνοιξη

άνοιξη ζερβουδάκης στίχοι, άνοιξη 2014, άνοιξη της πράγας, άνοιξη στίχοι, άνοιξη κινηματογράφος, άνοιξη λεξικό γλώσσας ιταλικά, άνοιξη στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • άνοδος στα ιταλικά - anodo, dell'anodo, anodica, anodico, all'anodo
  • άνοιγμα στα ιταλικά - apertura, di apertura, l'apertura, apertura di
  • άνομος στα ιταλικά - senza legge, Lawless, la Lawless, illegale, fuorilegge
  • άνοστος στα ιταλικά - insipido, insulso, annacquato, indeciso, insulsi
Τυχαίες λέξεις
Άνοιξη στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: saltare, elasticità, fonte, molla, slancio, primavera, sorgente, di primavera, della molla