Άνοιξη στα δανικά

Μετάφραση: άνοιξη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vår, kilde, fjeder, springe, forår, foråret, fjederen, spring
Άνοιξη στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άνοιξη

άνοιξη ζερβουδάκης στίχοι, άνοιξη 2014, άνοιξη της πράγας, άνοιξη στίχοι, άνοιξη κινηματογράφος, άνοιξη λεξικό γλώσσας δανικά, άνοιξη στα δανικά

Μεταφράσεις

  • άνοδος στα δανικά - anode, anoden, anode-
  • άνοιγμα στα δανικά - åbning, åbningen, om åbning, åbne, indledning
  • άνομος στα δανικά - lovløse, lovløst, lovløs, lawless, det lovløse
  • άνοστος στα δανικά - slap, slapt, fodertilskud, overfladisk
Τυχαίες λέξεις
Άνοιξη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vår, kilde, fjeder, springe, forår, foråret, fjederen, spring