Αγριοκοιτάζω στα ιταλικά
Μετάφραση: αγριοκοιτάζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
splendore, bagliore, abbagliamento, luce vivida, riverbero, luce
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγριοκοιτάζω
αγριοκοιτάζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, αγριοκοιτάζω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αγορεύω στα ιταλικά - perorare, supplicare, dichiararsi, invocare, eccepire
- αγράμματος στα ιταλικά - ignorante, analfabeta, analfabeti, analfabete, illetterato, illetterati
- αγροίκος στα ιταλικά - primitivo, grezzo, ruvido, grossolano, scortese, incivile, villano, ...
- αγροικία στα ιταλικά - casa colonica, fattoria, cascina, Agriturismo, casale
Τυχαίες λέξεις
Αγριοκοιτάζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: splendore, bagliore, abbagliamento, luce vivida, riverbero, luce
Μεταφράσεις: splendore, bagliore, abbagliamento, luce vivida, riverbero, luce