Απολαβές στα ιταλικά
Μετάφραση: απολαβές, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
salario, paga, stipendio, guadagni, guadagno, reddito, proventi, degli utili
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απολαβές
απολαβές συνώνυμα, απολαβέσ συνώνυμο, απολαβές δημοτικού συμβούλου, ακαθάριστες απολαβές, απολαβές βουλευτών, απολαβές λεξικό γλώσσας ιταλικά, απολαβές στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αποκόλληση στα ιταλικά - isolamento, abruption, distacco, distacco di, distacco della, il distacco
- απολίθωμα στα ιταλικά - fossile, fossili, fossile di
- απολαβή στα ιταλικά - guadagnare, ottenere, profitto, vantaggio, ingrandimento, rendita, vincere, ...
- απολαμβάνω στα ιταλικά - sapore, godere, godere di, gustare, godersi, usufruire
Τυχαίες λέξεις
Απολαβές στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: salario, paga, stipendio, guadagni, guadagno, reddito, proventi, degli utili
Μεταφράσεις: salario, paga, stipendio, guadagni, guadagno, reddito, proventi, degli utili