Διακηρύσσω στα ιταλικά

Μετάφραση: διακηρύσσω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
confessare, riconoscere, confessarsi, fiammata, tripudio, incendio, blaze, fiamma
Διακηρύσσω στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διακηρύσσω

διακηρύσσω συνώνυμο, διακηρύσσω συνώνυμα, διακηρύσσω λεξικό γλώσσας ιταλικά, διακηρύσσω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • διακανονισμός στα ιταλικά - accordo, disposizione, ordine, organizzazione, ordinamento, insediamento, soluzione, ...
  • διακεκριμένος στα ιταλικά - notevole, prominente, importante, di primo piano, di rilievo, preminente
  • διακλάδωση στα ιταλικά - diramazione, ramo, filiale, succursale, ramo di, branca
  • διακοπές στα ιταλικά - ferie, vacanza, vacanze, feste
Τυχαίες λέξεις
Διακηρύσσω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: confessare, riconoscere, confessarsi, fiammata, tripudio, incendio, blaze, fiamma