Κηπουρός στα ιταλικά
Μετάφραση: κηπουρός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
giardiniere, gardener, giardiniere di, giardinaggio, ortolano
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κηπουρός
κηπουρός παυλίδης στίχοι, κηπουρός στίχοι, κηπουρός σκαι, κηπουρός του ουρανού, κηπουρόσ εργασία, κηπουρός λεξικό γλώσσας ιταλικά, κηπουρός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- κηπουρική στα ιταλικά - giardinaggio, il giardinaggio, giardino, di giardinaggio, gardening
- κηπουρικός στα ιταλικά - orticoltura, orticolo, orticola, orticoli, horticultural
- κηροζίνη στα ιταλικά - cherosene, kerosene, di cherosene, il cherosene, del cherosene
- κηροπήγιο στα ιταλικά - candeliere, doppiere, candelabro, candlestick, candela, candele
Τυχαίες λέξεις
Κηπουρός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: giardiniere, gardener, giardiniere di, giardinaggio, ortolano
Μεταφράσεις: giardiniere, gardener, giardiniere di, giardinaggio, ortolano