Τοποθέτηση στα ιταλικά
Μετάφραση: τοποθέτηση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ubicazione, postazione, collocazione, collocamento, posizionamento, stage, il posizionamento
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τοποθέτηση
τοποθέτηση air condition, τοποθέτηση ταπετσαρίας, τοποθέτηση προϊόντος, τοποθέτηση πλακιδίων δαπέδου, τοποθέτηση συνώνυμα, τοποθέτηση λεξικό γλώσσας ιταλικά, τοποθέτηση στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- τοπικός στα ιταλικά - locale, locali, locale di, del luogo
- τοπογράφος στα ιταλικά - ispettore, perito, agrimensore, geometra, topografo
- τοποθεσία στα ιταλικά - circostanza, postazione, posizione, sito, situazione, intenzione, ubicazione, ...
- τοποθετώ στα ιταλικά - mettere, atteggiamento, postazione, intenzione, piazzare, portamento, posare, ...
Τυχαίες λέξεις
Τοποθέτηση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ubicazione, postazione, collocazione, collocamento, posizionamento, stage, il posizionamento
Μεταφράσεις: ubicazione, postazione, collocazione, collocamento, posizionamento, stage, il posizionamento