Εφεδρικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: εφεδρικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
рэзервовая, рэзервная
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφεδρικός
εφεδρικός ελασ, εφεδρικός στρατός εργασίας, εφεδρικός στρατός, εφεδρικός φωτισμός, εφεδρικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εφεδρικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- εφαρμόσιμος στα λευκορωσικά - дастасавальныя, прыдатныя, які ўжываецца, дастасоўны, ўжываецца
- εφεδρεία στα λευκορωσικά - рэзерв, рэзэрв
- εφεκτικός στα λευκορωσικά - efektikos
- εφευρέτης στα λευκορωσικά - вынаходнік, вынаходца
Τυχαίες λέξεις
Εφεδρικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: рэзервовая, рэзервная
Μεταφράσεις: рэзервовая, рэзервная