Κάλπικος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κάλπικος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
псеўда, псэўда
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κάλπικος
κάλπικος ετυμολογία, κάλπικος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κάλπικος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κάκτος στα λευκορωσικά - кактус, кактусы
- κάκωση στα λευκορωσικά - траўма, травма
- κάλτσα στα λευκορωσικά - шкарпэтку, насок, шкарпэтка, носок
- κάλυμμα στα λευκορωσικά - вечка, крышка, канцы, накрыўка
Τυχαίες λέξεις
Κάλπικος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: псеўда, псэўда
Μεταφράσεις: псеўда, псэўда