Ολισθηρός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ολισθηρός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
слізкі, сьлізкі
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ολισθηρός
ολισθηρός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ολισθηρός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ολική στα λευκορωσικά - агульны, агульную, агульная
- ολικός στα λευκορωσικά - поуны, агульны, агульную, агульная
- ολοκαύτωμα στα λευκορωσικά - знішчэнне, зьнішчэньне
- ολοκλήρωση στα λευκορωσικά - завяршэнне, заканчэнне, Напрыканцы, завяршэньне
Τυχαίες λέξεις
Ολισθηρός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: слізкі, сьлізкі
Μεταφράσεις: слізкі, сьлізкі