Ολισθηρός στα ολλανδικά

Μετάφραση: ολισθηρός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
glibberig, ongrijpbaar, glad, gladde, glibberige
Ολισθηρός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ολισθηρός

ολισθηρός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ολισθηρός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ολική στα ολλανδικά - totaal, totale, in totaal, de totale, volledige
  • ολικός στα ολλανδικά - somma, volkomen, bedrag, totaal, voltallig, totaalbedrag, voluit, ...
  • ολοκαύτωμα στα ολλανδικά - brandoffer, slachting, holocaust, de Holocaust
  • ολοκλήρωση στα ολλανδικά - voltooiing, afronding, de voltooiing, voltooid, afloop
Τυχαίες λέξεις
Ολισθηρός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: glibberig, ongrijpbaar, glad, gladde, glibberige