Σκληραίνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: σκληραίνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
абавязковасьць, дубянець
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκληραίνω
σκληραίνω συνώνυμα, σκληραίνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, σκληραίνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- σκλαβιά στα λευκορωσικά - рабства, няволю
- σκλαβώνω στα λευκορωσικά - занявольвае, панявольвае
- σκληροτράχηλος στα λευκορωσικά - моцны, вогнетрывалы, вогнеўстойлівымі, вогнетрывалую, вогнетрывалая, вогнетрывалых
- σκληρός στα λευκορωσικά - моцны, цяжкi, тямны, жорсткі, цвёрды, цвёрдая, цвёрдую
Τυχαίες λέξεις
Σκληραίνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: абавязковасьць, дубянець
Μεταφράσεις: абавязковасьць, дубянець