Εγκληματικός στα λιθουανικά
Μετάφραση: εγκληματικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nusikaltėlis, baudžiamasis, baudžiamosios, baudžiamoji, nusikalstama
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκληματικός
εγκληματικός συνώνυμο, εγκληματικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εγκληματικός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εγκλεισμός στα λιθουανικά - Kapsuliuoti, hermetizuoti, kapsuliavimą, Inkapsuliacija, kapsuliavimas
- εγκληματίας στα λιθουανικά - nusikaltėlis, baudžiamasis, baudžiamosios, baudžiamoji, nusikalstama
- εγκληματικότητα στα λιθουανικά - nusikalstamumas, nusikalstamumo, baudžiamumas, baudžiamumo, apkaltinimas
- εγκληματολογία στα λιθουανικά - kriminologija, kriminologiją, kriminologijos
Τυχαίες λέξεις
Εγκληματικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: nusikaltėlis, baudžiamasis, baudžiamosios, baudžiamoji, nusikalstama
Μεταφράσεις: nusikaltėlis, baudžiamasis, baudžiamosios, baudžiamoji, nusikalstama