Εγκληματικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: εγκληματικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
criminal, criminoso, penal, criminosa, criminais
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκληματικός
εγκληματικός συνώνυμο, εγκληματικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εγκληματικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- εγκλεισμός στα πορτογαλικά - Encapsulation, encapsulamento, Encapsulação, A encapsulação, de encapsulamento
- εγκληματίας στα πορτογαλικά - criminal, criminoso, penal, criminosa, criminais
- εγκληματικότητα στα πορτογαλικά - criminalidade, a criminalidade, incriminação, criminalização, da criminalidade
- εγκληματολογία στα πορτογαλικά - criminologia, Criminology, de Criminologia, a criminologia, da criminologia
Τυχαίες λέξεις
Εγκληματικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: criminal, criminoso, penal, criminosa, criminais
Μεταφράσεις: criminal, criminoso, penal, criminosa, criminais