Επισπεύδω στα λιθουανικά
Μετάφραση: επισπεύδω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
greitis, Skubėti, hie, Steigties
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επισπεύδω
επισπεύδω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, επισπεύδω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- επισκοπή στα λιθουανικά - vyskupystė, vyskupija, vyskupijos, vyskupijoje, vyskupiją, vyskupijai
- επισκόπηση στα λιθουανικά - apklausa, tyrimas, apklausos, apžvalga
- επιστάτης στα λιθουανικά - komendantas, inspektorius, superintendentas, Superintendent, vyresnysis inspektorius
- επιστήμη στα λιθουανικά - mokslas, mokslo, mokslą, mokslų, mokslai
Τυχαίες λέξεις
Επισπεύδω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: greitis, Skubėti, hie, Steigties
Μεταφράσεις: greitis, Skubėti, hie, Steigties