Λέξη: ασυναρτησίες

Σχετικές λέξεις: ασυναρτησίες

ασυναρτησίες συνωνυμο

Μεταφράσεις: ασυναρτησίες

ασυναρτησίες στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
babble, gibberish, ravings, ramblings, inconsistencies, incoherent

ασυναρτησίες στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
balbucear, algarabía, galimatías, un galimatías, jerigonza, guirigay

ασυναρτησίες στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schwatzen, sprudeln, gefasel, störgeräusch, gerede, Kauderwelsch, gibberish, Geschwafel, unsinnige, Unsinn

ασυναρτησίες στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bavardons, bavarder, bredouiller, jaspiner, jabotage, baragouiner, papotage, caqueter, jacasser, babillage, bavardent, jaboter, bavardez, bavardage, babil, bafouiller, charabia, du charabia, baragouin, galimatias, jargon

ασυναρτησίες στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
borbottio, gibberish, senza senso, incomprensibile, incomprensibili

ασυναρτησίες στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
balbuciar, balbucio, falatório, ruído, linguagem sem nexo, jargão, rabiscos, algaravia, o jargão

ασυναρτησίες στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
brabbeltaal, koeterwaals, wartaal, onzin, gebrabbel

ασυναρτησίες στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
лепетать, бормотание, пузырь, журчать, журчание, пустословить, лепет, тарабарщина, бред, тарабарщиной, абракадабра, тарабарщину

ασυναρτησίες στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
vrøvl, tull, uforståelig, gibberish, kaudervelsk

ασυναρτησίες στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
rotvälska, rappakalja, gibberish, nonsens, rent nonsens

ασυναρτησίες στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sorina, höpötys, loru, pakista, solista, jokeltaa, siansaksa, siansaksaa, gibberish, siansaksalta, hölynpölyä

ασυναρτησίες στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
volapyk, gibberish, nonsens, sludder

ασυναρτησίες στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
bublání, žvanění, švitořit, kecat, švitoření, žvatlání, žvanit, breptat, brebtat, žvatlat, koktat, hatmatilka, blábol, blábolení, gibberish, nesrozumitelný

ασυναρτησίες στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rozgadać, bełkotać, gaworzyć, mamrotanie, paplanina, gadanie, gadać, paplać, jazgot, szwargot, bełkot, bełkotem, gibberish

ασυναρτησίες στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
csobogás, gügyögés, értelmetlen beszéd, halandzsa, zagyvaság, érthetetlen

ασυναρτησίες στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
saçmalamak, saçmalık, anlamsız, gibberish, cıbırca, anlaşılmaz sözler eklemek

ασυναρτησίες στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
белькотати, лепет, тарабарщина

ασυναρτησίες στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dërdëllisje, çuçuritje, dërdëllitje

ασυναρτησίες στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
безсмислици, глупости, безсмислица, технически език, неразбираем

ασυναρτησίες στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
тарабаршчыны, тарабаршчыну

ασυναρτησίες στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lällutama, lalin, vulisema, plära, jama, jampsi, Papatus

ασυναρτησίες στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
žuboriti, tepanje, pjeniti, tepati, kipjeti, frfljanje, trtljanje, isprazna brbljarija, blebetanju, Nejasan

ασυναρτησίες στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bull, gibberish, þvaður

ασυναρτησίες στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
garrio

ασυναρτησίες στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
svaičiojimas, Gibberish, klejonė, kliedėjimas, Buldurēšana

ασυναρτησίες στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
buldurēšana

ασυναρτησίες στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
глупост, технички јазик

ασυναρτησίες στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
bolboroseală, păsărească, gebreasca, neînțeles, gibberish

ασυναρτησίες στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
žlobudranje, Trtljanje

ασυναρτησίες στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hatmatilka
Τυχαίες λέξεις