Λέξη: γαμψός

Μεταφράσεις: γαμψός

γαμψός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
hooked, crooked, Hook, curved

γαμψός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
torcido, torcida, torcidos, torcidas, tortuoso

γαμψός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hängt, hakte, schief, krumm, krummen, schiefen, schiefe

γαμψός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
crochu, recourbé, courbé, tordu, de travers, tortueux, tordue

γαμψός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
adunco, storto, storta, storti, storte

γαμψός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
torto, torta, curvado, tortos, crooked

γαμψός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
scheef, krom, kromme, scheve, bochtig

γαμψός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
крючковатый, задетый, кривой, криво, кривыми, изогнутый, кривым

γαμψός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kroket, krokete, skjeve, skjev, hakket, skjevt

γαμψός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
krokig, krokiga, sned, snett, sneda

γαμψός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
huumeriippuvainen, kiperä, kiero, vino, vinossa, mutkaisia, crooked

γαμψός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
skævt, skæve, Crooked, skæv, krogede

γαμψός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
křivý, pokřivený, křivé, nakřivo, křivá

γαμψός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
garbaty, haczykowaty, hakowaty, zahaczony, krzywy, przekrzywiony, zakrzywiony, krzywo, koślawy

γαμψός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
horgos, görbe, ferde, kanyargós, tisztességtelen, a görbe

γαμψός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çarpık, eğri, çarpık bir, crooked

γαμψός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кривої, зачеплений, кривою, кривий, гачкуватий, Кривий, кривій, Кривой

γαμψός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i shtrembër, gërmuq, shtrembër, shtrëmbër, të shtrëmbër

γαμψός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изкривен, нечестен, уродлив, извратен, извит

γαμψός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
крывой, Крывы

γαμψός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
konksus, küürus, kõver, kõverad, kõveratüvelised, Kõveratel

γαμψός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
nepošten, iskrivio, krivudavo, izobličeno, nakrivljen

γαμψός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
crooked, bogið, bogna, rammskökk, skökk

γαμψός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kreivas, kreiva, gunktelėjęs, išlenktas, lenktas

γαμψός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
greizs, šķību, līks, greiza, šķībs

γαμψός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
криво, Криви, искривени, искривено, кривите

γαμψός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
strâmb, strâmbă, strâmbe, strîmb, necinstit

γαμψός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
krive, postrani, zmečka, pri podajanju zmečka, podajanju zmečka

γαμψός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zahnutý, krivý, pokrútený, ohnutý, krivá, křivý
Τυχαίες λέξεις