Θύλακας στα λιθουανικά
Μετάφραση: θύλακας, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sAC, maišelyje, maišelis, maišelio, trynio maišeliu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θύλακας
θύλακας κοκκίνων, θύλακας ετυμολογία, τριχοσμηγματογόνος θύλακας, θύλακας τι σημαινει, θύλακας τρίχας, θύλακας λεξικό γλώσσας λιθουανικά, θύλακας στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- θόρυβος στα λιθουανικά - triukšmas, triukšmo, triukšmą, noise, garso
- θύελλα στα λιθουανικά - audra, audros, lietaus, storm, griaustinis
- θύμα στα λιθουανικά - nukentėjėlis, auka, epizode, nukentėjusysis, aukos
- θύρα στα λιθουανικά - vartai, durys, durų, duris, durelės, dureles
Τυχαίες λέξεις
Θύλακας στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: sAC, maišelyje, maišelis, maišelio, trynio maišeliu
Μεταφράσεις: sAC, maišelyje, maišelis, maišelio, trynio maišeliu