Κατάσκοπος στα λιθουανικά
Μετάφραση: κατάσκοπος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šnipas, šnipinėjimo, spy, Slaptos, šnipų
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατάσκοπος
κατάσκοπος νέλλη, γερμανός κατάσκοπος, κατάσκοπος πληκτρολογίου, ελληνίδα κατάσκοπος, λάλας κατάσκοπος, κατάσκοπος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κατάσκοπος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κατάρρευση στα λιθουανικά - žlugimas, kolapsas, sutraukti, žlugimo, griūties
- κατάρτι στα λιθουανικά - stiebas, Mast, stiebo, putliųjų, laivo stiebas
- κατάσταση στα λιθουανικά - būklė, sąlyga, padėtis, argumentas, pareiškimas, būklės, būklę
- κατάστημα στα λιθουανικά - parduotuvė, Shop, parduotuvės, parduotuvėje, parduotuvę
Τυχαίες λέξεις
Κατάσκοπος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: šnipas, šnipinėjimo, spy, Slaptos, šnipų
Μεταφράσεις: šnipas, šnipinėjimo, spy, Slaptos, šnipų