Κατεδάφιση στα λιθουανικά
Μετάφραση: κατεδάφιση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
griovimas, griovimo, griovimo darbų, nugriovimas, griovimą
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατεδάφιση
κατεδάφιση κτιρίων, κατεδάφιση συνώνυμα, κατεδάφιση ξενοδοχείου ακταιον, κατεδάφιση αυθαίρετης κατασκευής, κατεδάφιση μύκονος, κατεδάφιση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κατεδάφιση στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- καταψύκτης στα λιθουανικά - šaldiklis, šaldiklio, šaldikliai, šaldytuvo
- καταψύχω στα λιθουανικά - šaltis, Įšaldyti
- κατεδαφίζω στα λιθουανικά - išdildyti, užkliudyti, Griauna iki pagrindo, lengvai paliesti, Griauna iki
- κατεργάζομαι στα λιθουανικά - tvarka, procedūra, procesas, katergazomai
Τυχαίες λέξεις
Κατεδάφιση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: griovimas, griovimo, griovimo darbų, nugriovimas, griovimą
Μεταφράσεις: griovimas, griovimo, griovimo darbų, nugriovimas, griovimą