Νταμάρι στα λιθουανικά

Μετάφραση: νταμάρι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
karjeras, skaldykla, auka, grobis, karjero, Quarry, karjerų, karjere
Νταμάρι στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νταμάρι

φαιό νταμάρι, νταμάρι βικιπαιδεια, νταμάρι περιστερίου, νταμάρι βριλησσίων, νταμάρι ετυμολογία, νταμάρι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, νταμάρι στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • νταής στα λιθουανικά - nuostabus, puikus, suteneris, peštukas, ieškoti priekabių, kibinti, gąsdinti
  • νταλίκα στα λιθουανικά - priekaba, priekabos, sukabinimo, Puspriekabė, trailer
  • νταραβέρι στα λιθουανικά - ntaraveri
  • ντεμοντέ στα λιθουανικά - senamadiškas, senamadiška, staroci, senamadiški, senamadiškos
Τυχαίες λέξεις
Νταμάρι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: karjeras, skaldykla, auka, grobis, karjero, Quarry, karjerų, karjere