Ορνιθοσκαλίσματα στα λιθουανικά
Μετάφραση: ορνιθοσκαλίσματα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
rašinėti, keverzojimas, keverzonė, būti rašeiva, drėksti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορνιθοσκαλίσματα
ορνιθοσκαλίσματα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ορνιθοσκαλίσματα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ορμητικός στα λιθουανικά - veržlus, skubotas, audringo, karštasis, staigus
- ορμόνη στα λιθουανικά - hormonas, hormono, hormonų, hormoną
- οροθεσία στα λιθουανικά - ribų nustatymas, demarkacijos, demarkaciją, ribų apibūdinimas
- οροθετώ στα λιθουανικά - atskiria, paženklina, paženklinti, atskirtų, demarkuojant
Τυχαίες λέξεις
Ορνιθοσκαλίσματα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: rašinėti, keverzojimas, keverzonė, būti rašeiva, drėksti
Μεταφράσεις: rašinėti, keverzojimas, keverzonė, būti rašeiva, drėksti