Περπάτημα στα λιθουανικά
Μετάφραση: περπάτημα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vaikščiojimas, vaikščioti, pėsčiomis, walking, pėsčiųjų
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περπάτημα
περπάτημα και αδυνατισμα, περπάτημα άσκηση, περπάτημα στην αθήνα, περπάτημα και υγεία, περπάτημα στην άμμο, περπάτημα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, περπάτημα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- περονόσπορος στα λιθουανικά - miltligė, pelėsiai, pelėsių, netikroji miltligė, pelsis
- περούκα στα λιθουανικά - perukas, PERUKAI, wig, barti, vainoti
- περπατησιά στα λιθουανικά - eisena, vaikščiojau, vaikščiojo, vaikščioti, ėjo, plaukiojo
- περπατώ στα λιθουανικά - vaikščioti, eiti, pėsčiomis, nueiti, pasivaikščioti
Τυχαίες λέξεις
Περπάτημα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: vaikščiojimas, vaikščioti, pėsčiomis, walking, pėsčiųjų
Μεταφράσεις: vaikščiojimas, vaikščioti, pėsčiomis, walking, pėsčiųjų