Περπάτημα στα πολωνικά
Μετάφραση: περπάτημα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
spacerowanie, chodzenie, chód, pieszy, spaceru, piesza, chodzenia
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περπάτημα
περπάτημα και αδυνατισμα, περπάτημα άσκηση, περπάτημα στην αθήνα, περπάτημα και υγεία, περπάτημα στην άμμο, περπάτημα λεξικό γλώσσας πολωνικά, περπάτημα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- περονόσπορος στα πολωνικά - pleśń, rdza, pleśni, rzekomy, mildew
- περούκα στα πολωνικά - peruka, wig, perukę, peruki, peruce
- περπατησιά στα πολωνικά - krok, zwyczaj, sposób, chód, rodzaj, Weszliśmy, chodziliśmy, ...
- περπατώ στα πολωνικά - wycieczka, droga, przechadzka, deptak, ścieżka, kroczyć, spacerować, ...
Τυχαίες λέξεις
Περπάτημα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: spacerowanie, chodzenie, chód, pieszy, spaceru, piesza, chodzenia
Μεταφράσεις: spacerowanie, chodzenie, chód, pieszy, spaceru, piesza, chodzenia