Ραντίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: ραντίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
brūkšnys, balutė, lenkti ir pinti, pliuškenti, taškymas, pliuškenimas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ραντίζω
ραντίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ραντίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ρανίδα στα λιθουανικά - lašas, kristi, uncija, uncijos, unciją, už unciją, uncijos atžvilgiu
- ραντάρ στα λιθουανικά - radaras, radaro, radarų, radiolokacinis, radarai
- ραντεβού στα λιθουανικά - paskyrimas, paskyrimą, paskyrimo, skyrimas, skyrimo
- ραντιστήρι στα λιθουανικά - purkštuvas, purkštuvų, Purškiamosios gaisro gesinimo, Purškiamosios gaisro gesinimo sistemos, sprinklerinė
Τυχαίες λέξεις
Ραντίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: brūkšnys, balutė, lenkti ir pinti, pliuškenti, taškymas, pliuškenimas
Μεταφράσεις: brūkšnys, balutė, lenkti ir pinti, pliuškenti, taškymas, pliuškenimas