Λέξη: ματαιότητα

Σχετικές λέξεις: ματαιότητα

ματαιότητα συνώνυμα, ματαιότητα ετυμολογία, ματαιότητα ορισμός, ματαιότητα συνώνυμο

Συνώνυμα: ματαιότητα

ματαιοδοξία, κενοδοξία, ματαιότης, αυταρέσκεια, ματαιοφροσύνη, αχρηστία

Μεταφράσεις: ματαιότητα

ματαιότητα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
vanity, uselessness, futility, futility of, the futility

ματαιότητα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
vanidad, inutilidad, la inutilidad, inútil, inoperancia

ματαιότητα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
einbildung, eingebildetheit, egoismus, aufgeblasenheit, eitelkeit, nichtigkeit, frisierkommode, vergeblichkeit, Nutzlosigkeit, Unbrauchbarkeit, Zwecklosigkeit, Sinnlosigkeit, nutzlos

ματαιότητα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
suffisance, fatuité, vanité, futilité, néant, présomption, prétention, inutilité, l'inutilité, d'inutilité, inutilité de

ματαιότητα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
vanità, fatuità, inutilità, l'inutilità

ματαιότητα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
inutilidade, uselessness, a inutilidade

ματαιότητα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
nietigheid, vruchteloosheid, ijdelheid, nutteloosheid, zinloosheid, nutteloos, de nutteloosheid, onbruikbaarheid

ματαιότητα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
суетность, ничтожность, амбиция, самолюбие, суета, тщета, тщеславие, бесполезность, бесполезности, ненужность, ненужности, невостребованность

ματαιότητα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forfengelighet, ubrukelighet, uselessness, unyttig, unyttighet, ubrukelige

ματαιότητα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
flärd, värdelöshet, onödiga, onyttighet, är onödigt, meningslös

ματαιότητα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
itserakkaus, koreilu, hyödytöntä, hyödyttömyyden, tarpeettomuuden, uselessness, turhuutta

ματαιότητα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
forfængelighed, ubrugelighed, unyttige, uselessness, er unødvendigt, formålsløse

ματαιότητα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
domýšlivost, marnivost, malichernost, nicotnost, zbytečnost, nepoužitelnost, neužitečnosti, neužitečnost, neužitečnosti a

ματαιότητα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
marność, zarozumialstwo, marnota, zarozumiałość, daremność, próżność, złuda, bezużyteczność, nieprzydatność, nieużyteczności, nieużyteczność

ματαιότητα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hiábavalóság, haszontalanság, hasznavehetetlenségét, hasznavehetetlenség, a hasznavehetetlenség

ματαιότητα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yararsızlık, işe yaramazlık, faydasızlık, boşunalık, bu haklı kaygıyı

ματαιότητα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
суєта, метушня, марність, суєтність, непотрібність, даремність, некорисність

ματαιότητα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
padobishmëria, uselessness

ματαιότητα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
суета, безполезност, безполезността, ненужност, за безполезност

ματαιότητα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
бескарыснасць, марнасць, бескарысна, гэта бескарысна, бачылі марнасць

ματαιότητα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
eneseuhkus, auahnus, tühisus, tarbetus, kasutuse, mõtet, mõttetusest, ole mõtet

ματαιότητα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ispraznost, sujeta, uobraženost, beskorisnost, beskorisnosti, uzaludnosti, uzaludnost, bezvrijednost

ματαιότητα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
mont, gagnsleysi, uselessness

ματαιότητα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tuštybė, nenaudingumas, nenaudingas, nenaudingumo, Bezcelowość, bevertiskumas

ματαιότητα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
augstprātība, iedomība, nevajadzības, uselessness

ματαιότητα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
бескорисност, бесполезност, бесполезноста, неупотребливост, беспрекорноста

ματαιότητα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
vanitate, inutilitate, inutilitatea, inutilității, inutilități, de inutilitate

ματαιότητα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
nekoristnosti, neuporabnost, neuporabnosti

ματαιότητα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
márnosť, zbytočnosť, zbytečnost, nepostihnuteľná
Τυχαίες λέξεις