Συμβιβάζω στα λιθουανικά

Μετάφραση: συμβιβάζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
suderinti, derinti, sutaikyti, suderinamas, suderinama
Συμβιβάζω στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμβιβάζω

συμβιβάζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, συμβιβάζω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • συμβατικός στα λιθουανικά - sutartinis, tradicinis, tradicinių, įprastinių, įprastas
  • συμβατός στα λιθουανικά - suderinamas, suderinama, atitinka, suderinami, suderinamos
  • συμβιβασμός στα λιθουανικά - kompromisas, kompromisinis, kompromisą, kompromiso
  • συμβιβαστικός στα λιθουανικά - taikinamasis, susitaikėliškas, taikstomasis, sutaikantis, susitaikėliškumu
Τυχαίες λέξεις
Συμβιβάζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: suderinti, derinti, sutaikyti, suderinamas, suderinama