Υστέρημα στα λιθουανικά

Μετάφραση: υστέρημα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
stygius, stoka, remanence, LIEKAMOJI magnetinė indukcija, Gebėjimas išsaugoti likutinė Magnetizmas, Likutinė Magnetizmas
Υστέρημα στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υστέρημα

υστέρημα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, υστέρημα στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • υπόσχεση στα λιθουανικά - pažadas, pažadą, žada, pažado
  • υπόσχομαι στα λιθουανικά - pažadas, pažadą, žada, pažado
  • υστέρηση στα λιθουανικά - histerezė, histerezės, histerezę, histereza, histereze
  • υφή στα λιθουανικά - justi, tekstūra, tekstūros, texture, struktūra, tekstūrą
Τυχαίες λέξεις
Υστέρημα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: stygius, stoka, remanence, LIEKAMOJI magnetinė indukcija, Gebėjimas išsaugoti likutinė Magnetizmas, Likutinė Magnetizmas