Stoka στα ελληνικά

Μετάφραση: stoka, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υστέρημα, θέλω, έλλειψη, ανάγκη, έλλειψης, η έλλειψη, απουσία, την έλλειψη
Stoka στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stiprus στα ελληνικά - δυνατός, κραταιός, αλύγιστος, ισχυρός, άκαμπτος, ισχυρή, ισχυρό, ...
  • stogas στα ελληνικά - ταράτσα, οροφή, σκεπή, στέγη, οροφής, στέγης, στεγών
  • stomatologas στα ελληνικά - οδοντίατρος, οδοντίατρο, οδοντίατρό, Dentist, Οδοντιατρείο
  • storas στα ελληνικά - χόνδρος, λίπος, χοντρός, πυκνός, παχύ, πάχους, παχιά, ...
Τυχαίες λέξεις
Stoka στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υστέρημα, θέλω, έλλειψη, ανάγκη, έλλειψης, η έλλειψη, απουσία, την έλλειψη