Έκδοση στα ολλανδικά

Μετάφραση: έκδοση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
publicatie, openbaarmaking, afkondiging, uitgave, probleem, kwestie, afgifte, uitgifte
Έκδοση στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έκδοση

έκδοση αφμ, έκδοση πιστοποιητικού οικογενειακής κατάστασης, έκδοση ταυτότητας, έκδοση κάρτας ανεργίας, έκδοση διαβατηρίου δικαιολογητικά 2014, έκδοση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, έκδοση στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • έκβαση στα ολλανδικά - uitslag, consequentie, effect, afloop, indruk, afstammen, oplossing, ...
  • έκδηλος στα ολλανδικά - zuiver, licht, hel, klaarblijkelijk, netto, duidelijk, blijkbaar, ...
  • έκζεμα στα ολλανδικά - eczeem, eczema, van eczeem
  • έκθεμα στα ολλανδικά - tonen, uitvoeren, aantonen, tentoonstellen, voorstellen, tentoonspreiden, presenteren, ...
Τυχαίες λέξεις
Έκδοση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: publicatie, openbaarmaking, afkondiging, uitgave, probleem, kwestie, afgifte, uitgifte