Έκδοση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: έκδοση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
adro, publicação, edição, praça, questão, problema, emissão, assunto
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έκδοση
έκδοση αφμ, έκδοση πιστοποιητικού οικογενειακής κατάστασης, έκδοση ταυτότητας, έκδοση κάρτας ανεργίας, έκδοση διαβατηρίου δικαιολογητικά 2014, έκδοση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, έκδοση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- έκβαση στα πορτογαλικά - efeitos, resultar, efeito, conclusão, resultado, restrito, impressão, ...
- έκδηλος στα πορτογαλικά - óbvio, luminoso, luzente, distinto, cancele, aparente, evidente, ...
- έκζεμα στα πορτογαλικά - eczema, o eczema, de eczema, eczemas, do eczema
- έκθεμα στα πορτογαλικά - dispersar, exposição, mostrar, esgotar, apresentar, ostentar, assinalar, ...
Τυχαίες λέξεις
Έκδοση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: adro, publicação, edição, praça, questão, problema, emissão, assunto
Μεταφράσεις: adro, publicação, edição, praça, questão, problema, emissão, assunto