Ίδιος στα ολλανδικά
Μετάφραση: ίδιος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
identiek, dito, eender, gelijkwaardig, zelfde, equivalent, gelijke, zichzelf, zich, hemzelf, zelf, hij
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ίδιος
ίδιος-α-ο, ίδιος κλίση, ίδιος συνώνυμα, ίδιοσ συνώνυμο, ίδιος βικιλεξικο, ίδιος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ίδιος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ήττα στα ολλανδικά - bevangen, verlies, tekort, nadeel, deficit, schade, verslaan, ...
- ήχος στα ολλανδικά - kleppen, overgaan, slaan, toon, gerucht, luiden, weerklinken, ...
- ίδρυμα στα ολλανδικά - fundering, stichting, vestiging, instelling, institutie, orgaan, instituut, ...
- ίδρυση στα ολλανδικά - fundering, stichting, instelling, etablissement, vestiging, oprichting, vaststelling
Τυχαίες λέξεις
Ίδιος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: identiek, dito, eender, gelijkwaardig, zelfde, equivalent, gelijke, zichzelf, zich, hemzelf, zelf, hij
Μεταφράσεις: identiek, dito, eender, gelijkwaardig, zelfde, equivalent, gelijke, zichzelf, zich, hemzelf, zelf, hij