Equivalent στα ελληνικά

Μετάφραση: equivalent, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όπως, αρέσω, σαν, ίσος, ίσιος, ίδιος, συμπαθώ, ισότιμος, αντίστοιχος, ισοδύναμος, ισοδύναμο, ισοδύναμη, ισοδύναμου, ισοδύναμες
Equivalent στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • equator στα ελληνικά - ισημερινός, ισημερινό, ισημερινού, τον ισημερινό
  • equipe στα ελληνικά - ομάδα, ομάδας, την ομάδα, της ομάδας, η ομάδα
  • er στα ελληνικά - εκεί, υπάρχει, υπάρχουν, υφίσταται, υπάρξει
  • erbarmelijk στα ελληνικά - πενιχρός, αξιολύπητος, οικτρός, ελεεινός, φτωχός, καημένος, οικτρώς, ...
Τυχαίες λέξεις
Equivalent στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όπως, αρέσω, σαν, ίσος, ίσιος, ίδιος, συμπαθώ, ισότιμος, αντίστοιχος, ισοδύναμος, ισοδύναμο, ισοδύναμη, ισοδύναμου, ισοδύναμες