Αιγίδα στα ολλανδικά
Μετάφραση: αιγίδα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
auspiciën, auspiciën van, kader, toezicht, leiding
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αιγίδα
αιγίδα λεξικό, αιγίδα της γοργόνας, αιγίδα γοργόνειο, αιγίδα αθηνάς, αιγίδα στα αγγλικά, αιγίδα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αιγίδα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αθώος στα ολλανδικά - onschuldig, schuldeloos, onbedorven, onnozel, onschuldige, onschuldigen, onschuldig is
- αθώωση στα ολλανδικά - vrijspraak, vrijgesproken, een vrijspraak, de vrijspraak, acquittal
- αιθάλη στα ολλανδικά - roet, roet-, van roet, roetdeeltjes, het roet
- αιλουροειδής στα ολλανδικά - katachtig, katachtige, katten, feline, kat
Τυχαίες λέξεις
Αιγίδα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: auspiciën, auspiciën van, kader, toezicht, leiding
Μεταφράσεις: auspiciën, auspiciën van, kader, toezicht, leiding