Αντιλόπη στα ολλανδικά

Μετάφραση: αντιλόπη, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
antilope, antilopen, antelope, antilope van, De antilope
Αντιλόπη στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αντιλόπη

αντιλόπη βικιπαίδεια, αντιλόπη wiki, αντιλόπη επιτίθεται σε ποδηλάτη, αντιλόπη saiga, βασιλική αντιλόπη, αντιλόπη λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αντιλόπη στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αντιλαλώ στα ολλανδικά - weergalmen, naklank, echo, naklinken, echoën, nagalm, weerklank, ...
  • αντιλαμβάνομαι στα ολλανδικά - realiseren, beseffen, verwezenlijken, te realiseren, besef
  • αντιμετωπίζω στα ολλανδικά - durf, gezicht, grijns, kijk, gedurfdheid, aangezicht, vermetelheid, ...
  • αντιμετώπιση στα ολλανδικά - confrontatie, de confrontatie, confrontaties
Τυχαίες λέξεις
Αντιλόπη στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: antilope, antilopen, antelope, antilope van, De antilope