Αντιλόπη στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αντιλόπη, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
animal, antílope, antílopes, antelope, do antílope, antílope de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντιλόπη
αντιλόπη βικιπαίδεια, αντιλόπη wiki, αντιλόπη επιτίθεται σε ποδηλάτη, αντιλόπη saiga, βασιλική αντιλόπη, αντιλόπη λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αντιλόπη στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αντιλαλώ στα πορτογαλικά - eco, eclesiástico, ressoar, ressoam, ressoe, ressoará, ressoa
- αντιλαμβάνομαι στα πορτογαλικά - convencer, em, por, perceber, pelo, ver, realizar, ...
- αντιμετωπίζω στα πορτογαλικά - rosto, olhadela, encarar, enfrentar, semblante, fabrique, afrontar, ...
- αντιμετώπιση στα πορτογαλικά - confronto, confrontação, enfrentamento, confrontos, o confronto
Τυχαίες λέξεις
Αντιλόπη στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: animal, antílope, antílopes, antelope, do antílope, antílope de
Μεταφράσεις: animal, antílope, antílopes, antelope, do antílope, antílope de