Αποδέκτης στα ολλανδικά

Μετάφραση: αποδέκτης, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
acceptant, geadresseerde, adressaat, gericht, bestemmeling, ontvanger
Αποδέκτης στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποδέκτης

αποδέκτης συναλλαγματικής, αποδέκτης μετάφραση, αποδέκτης αντίθετο, αποδέκτης αγγλικά, η αποδέκτης, αποδέκτης λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αποδέκτης στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • απογοητεύω στα ολλανδικά - tegenvallen, teleurstellen, frustreren, ontgoochelen, teleur, teleur te, teleurgesteld
  • απογυμνώνω στα ολλανδικά - ontbloten, beroven van, beroven, blootleggen, ontnemen
  • αποδέχομαι στα ολλανδικά - adopteren, aannemen, ontvangen, erkennen, toelaten, toegeven, binnenlaten, ...
  • αποδίδω στα ολλανδικά - opdagen, bedrijven, uitvoeren, aanmaken, dagen, uitrichten, opdraven, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποδέκτης στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: acceptant, geadresseerde, adressaat, gericht, bestemmeling, ontvanger