Αύριο στα ολλανδικά
Μετάφραση: αύριο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
morgen, van morgen, toekomst, de toekomst
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αύριο
αύριο απεργία, αύριο θα ναι αργά 2002 (όλη η ταινία), αύριο θα ναι αργά 2002, αύριο απαγορεύονται οι συγκεντρώσεις, αύριο γιορτάζουν, αύριο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αύριο στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αύξηση στα ολλανδικά - aangroeien, opslag, uitbouwen, verhoging, vergroten, wassen, vermeerderen, ...
- αύρα στα ολλανδικά - nimbus, stralenkrans, bries, wind, briesje, krachtige wind, stil
- βάγια στα ολλανδικά - ziekenverpleegster, ziekenzuster, verpleegster, verzorgen, palm, handpalm, palmbomen, ...
- βάζω στα ολλανδικά - steken, benutten, instoppen, pakhuis, winkel, magazijn, aandoen, ...
Τυχαίες λέξεις
Αύριο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: morgen, van morgen, toekomst, de toekomst
Μεταφράσεις: morgen, van morgen, toekomst, de toekomst