Λέξη: εσώκλειστο
Σχετικές λέξεις: εσώκλειστο
εσώκλειστο σχολείο
Μεταφράσεις: εσώκλειστο
εσώκλειστο στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
enclosure, package, enclosed, encased, an enclosed
εσώκλειστο στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
recinto, vallado, cercado, paquete, paquete de, envase, el paquete, paquetes
εσώκλειστο στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
beilage, anlage, umzäunung, einzäunung, umfriedung, umhüllung, Paket, Verpackung
εσώκλειστο στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
palissade, conditionneur, encart, enveloppement, pesage, annexe, enceinte, supplément, clôture, enclos, paquet, package, emballage, ensemble, forfait
εσώκλειστο στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
supplemento, allegato, recinto, pacchetto, pacchetto di, confezione, package, del pacchetto
εσώκλειστο στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cerco, acercar, abranger, incluir, pacote, pacote de, embalagem, pacotes, do pacote
εσώκλειστο στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kraal, verpakking, pakketje, pakket, arrangement
εσώκλειστο στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отгораживание, ограждение, вложение, огораживание, загон, ограда, замыкание, приложение, вольер, прибавление, пакет, пакета, упаковка, комплект, пакете
εσώκλειστο στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
pakke, pakken
εσώκλειστο στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
paket, paketet, förpackningen
εσώκλειστο στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tarha, aita, piha, aitio, aitaus, paketti, paketin, pakkauksen, pakkaus, pakkauksessa
εσώκλειστο στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
pakke, pakken, emballagen, emballage
εσώκλειστο στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
obora, oplocení, příloha, zabrání, ohrazení, ohrada, uzávěra, balíček, balík, balení, balíčku, obal
εσώκλειστο στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
załącznik, aneks, klauzura, dodatek, ogrodzenie, pakiet, opakowanie, paczka, pakietu, pakietów
εσώκλειστο στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
körülkerítés, sövény, bekerítés, csomag, csomagot, csomagban, csomagolás, csomagolásban
εσώκλειστο στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
paket, paketi, ambalaj, paketinin
εσώκλειστο στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
загорожа, замикання, огорожа, прикладення, пакет, пакету
εσώκλειστο στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
paketë, pako, Paketa, Paketa e, paketë të
εσώκλειστο στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пакет, опаковка, пакетите, на пакетите, пакета
εσώκλειστο στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
агароджа, пакет
εσώκλειστο στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sulgemine, piire, pakend, pakk, paketi, pakett, paketti
εσώκλειστο στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
paket, paketa, pakiranje, paketu
εσώκλειστο στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
girðing, pakki, pakka, pakkann, pakkinn, pakkanum
εσώκλειστο στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
saeptum, saepe
εσώκλειστο στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
paketas, paketą, paketo, pakuotės, pakuotė
εσώκλειστο στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
paka, pakete, paketi, pakotne, paketes
εσώκλειστο στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пакет, пакување, пакетот, пакети, пакет за
εσώκλειστο στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pachet, pachet de, pachetul, pachetului, ambalaj
εσώκλειστο στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
paket, sveženj, paket za, paketa
εσώκλειστο στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
ohrada, balíček, balík, balíka, súbor