Γονίδιο στα ολλανδικά

Μετάφραση: γονίδιο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gen, gen dat, genen
Γονίδιο στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γονίδιο

γονίδιο brca1, γονίδιο p53, γονίδιο αλμπίνου, γονίδιο αλμπίνο, γονίδιο του θεού, γονίδιο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, γονίδιο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • γοητευτικός στα ολλανδικά - ophalen, het ophalen, halen, het ophalen van, ophalen van
  • γοητεύω στα ολλανδικά - betoveren, betovering, fascineren, aantrekkelijkheid, hypnotiseren, betoveren door, mesmerize, ...
  • γονατίζω στα ολλανδικά - knielen, kniel, neerknielen, te knielen, knielt
  • γονιμοποιώ στα ολλανδικά - hom, milt, van Milt, kuit, bevruchten
Τυχαίες λέξεις
Γονίδιο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: gen, gen dat, genen