Γουργουρίζω στα ολλανδικά
Μετάφραση: γουργουρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
spinnen, snorren, purr, het snorren
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γουργουρίζω
γουργουρίζω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, γουργουρίζω στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- γοργός στα ολλανδικά - tierig, snel, kras, lenig, vlug, gezwind, spoedig, ...
- γουναράς στα ολλανδικά - bontwerker, bonthandelaar, furrier, bontwerkerijen, bontwerkerij
- γουρούνι στα ολλανδικά - zwijn, varken, hog, varkensdarm
- γουστάρω στα ολλανδικά - bedenken, ik hou van, ik, ik hou, ik graag, ik vind
Τυχαίες λέξεις
Γουργουρίζω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: spinnen, snorren, purr, het snorren
Μεταφράσεις: spinnen, snorren, purr, het snorren