Λέξη: διαχωρισμός
Σχετικές λέξεις: διαχωρισμός
διαχωρισμός αορτής, διαχωρισμός εκκλησίας κράτους, διαχωρισμός μιγμάτων, διαχωρισμός μιγμάτων και διαλυμάτων, διαχωρισμός ανευρύσματος αορτής, διαχωρισμός στη νότια αφρική από το 1948 έως το 1994, διαχωρισμός της ιδιοκτησίας από τη διαχείριση, διαχωρισμός συνώνυμα, διαχωρισμός νότια αφρική από το 1948 έως το 1994, διαχωρισμός english
Συνώνυμα: διαχωρισμός
διάσπαση, σχίσιμο, αποκοπή, οροθεσία
Μεταφράσεις: διαχωρισμός
διαχωρισμός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
separation, segregation, split, division, distinction
διαχωρισμός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
separación, aislamiento, la separación, de separación, separación de, una separación
διαχωρισμός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
lösung, abscheidung, trennung, stofftrennung, abtrennung, ausscheidung, Trennung, Trenn, Abtrennung, Trennungs
διαχωρισμός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
répartition, distinction, section, séparation, la séparation, de séparation, une séparation, separation
διαχωρισμός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
separazione, di separazione, la separazione, distacco, distanza
διαχωρισμός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
separar, separado, dividir, separação, apartar, de separação, a separação, separação de, separa�o
διαχωρισμός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
clausuur, afscheiding, schifting, scheiding, scheiden, gescheiden, de scheiding
διαχωρισμός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
разъединение, разложение, развод, отделение, разлука, разделение, демобилизация, разводка, обособление, разлучение, раздел, разобщение, разделения, сепарации, расстояние
διαχωρισμός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
atskillelse, masseseparasjon, separasjon, separasjons, skille, separering
διαχωρισμός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
separation, separering, separationen, separations, åtskillnad
διαχωρισμός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
joukkoerottelu, erottaminen, eroaminen, erittely, erotus, erottamisen, erottelu, erottamista
διαχωρισμός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
separation, adskillelse, adskillelsen, separering, udskillelse
διαχωρισμός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
oddělování, rozloučení, oddělení, separace, rozdělení, odluka, rozluka, odloučenost, rozlišování, separační, separaci
διαχωρισμός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rozdzielenie, wyobcowanie, rozdzielanie, oddzielenie, rozstanie, oderwanie, rozchodzenie, rozdział, odseparowanie, rozgraniczenie, rozbarwienie, rozdzielność, separacja, rozłąka, oddzielanie, wydzielenie
διαχωρισμός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
különélés, elválasztás, elkülönítés, szétválasztása, szétválasztás, elválasztási
διαχωρισμός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ayırma, ayrılık, ayrılması, ayrılma, ayrımı
διαχωρισμός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відділення, відокремлення, розділення, поділ, розподіл
διαχωρισμός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ndarje, ndarja, ndarjen, ndarjes, ndarja e
διαχωρισμός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
развод, сепарация, раздяла, отделяне, разделяне, разделение, разделянето
διαχωρισμός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
падзел, раздзяленне
διαχωρισμός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lahutus, eraldumine, lahkuminek, eraldamine, lahuselu, eraldamist, lahususe, eraldatus
διαχωρισμός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
odvajanje, razdvajanje, separacija, separacijskih, odvojenost, razdvajanja
διαχωρισμός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
aðskilnaður, aðskilnað, aðgreining, skilin, aðgreiningu
διαχωρισμός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atskyrimas, atskyrimo, atskirti, atskyrimą, separacijos
διαχωρισμός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
atdalīšana, nodalīšana, atšķiršanu, nošķiršana, atdalīšanas
διαχωρισμός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
сепарација, поделба, одвојување, поделбата, одделување
διαχωρισμός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
despărţire, separare, separarea, de separare, separării, separare a
διαχωρισμός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ločitev, ločevanje, separacija, ločevanja, ločitve
διαχωρισμός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
rozlúčenie, oddelenie, oddelenia, oddelení, oddeleniu
Στατιστικά δημοτικότητας: διαχωρισμός
Τυχαίες λέξεις