Διάβολος στα ολλανδικά
Μετάφραση: διάβολος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
droes, drommel, boze, duivel, devil, duivels, de duivel
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διάβολος
διάβολος ονειροκρίτης, διάβολος μέσα της, διάβολος στο κατώφλι, διάβολος συνόνυμα, διάβολος φωτιάς, διάβολος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, διάβολος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- διάβασμα στα ολλανδικά - interpretatie, lezing, vertolking, lectuur, lezen, het lezen, te lezen
- διάβημα στα ολλανδικά - maatregel, opstapje, zet, voetstap, tree, toedoen, pas, ...
- διάβρωση στα ολλανδικά - corrosie, erosie, corrosie te, tegen corrosie, roest
- διάγγελμα στα ολλανδικά - proclamatie, afkondiging, proclamatie van, Proclamation, de Proclamatie van
Τυχαίες λέξεις
Διάβολος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: droes, drommel, boze, duivel, devil, duivels, de duivel
Μεταφράσεις: droes, drommel, boze, duivel, devil, duivels, de duivel